Wednesday 15 May 2013

Σκέψεις για τη Ρενέ



Καθόμασταν ακριβώς στο σημείο που έσκαγε το κύμα. Τα πόδια μας πάγωναν για μια μικρή στιγμή και αμέσως μετά γελάγαμε δυνατά. Το γέλιο μας ήξερα ότι είναι αληθινό γιατί κλείναμε τα μάτια μας και δεν μπορούσαμε να πάρουμε ανάσα. Κοιτιόμασταν και γελάγαμε. Εκείνη μου έπιανε το χέρι και γελώντας με τράβαγε μεσ’το νερό. Φοράγαμε καπέλα και άσπρα μπλουζάκια για να μη μας κάψει ο ήλιος. Εκείνη πάντα είχε μια υποψία κόκκινου επάνω της που με έκανε να την αγαπώ λίγο περισσότερο. Ίσως λίγο στο μαγιό, ίσως ένα κοκαλάκι στα μαλλιά, ή ίσως ήταν απλά τα ροδοκοκκινισμένα παιδικά μάγουλά της.

Το γέλιο της ήταν το τραγούδι των καλοκαιριών μου χρόνια ολόκληρα. Χρόνια που πρόδιδαν την αρμύρα της θάλασσας και είχαν γεύση ροδάκινο. Είχε φυσικά το πιο όμορφο όνομα στον κόσμο. Κάτι ταιριαστό στο καλοκαιρινό γέλιο της και στις καστανές, μακριές της μπούκλες που όταν έβγαινε από τη θάλασσα φαίνονταν να γεμίζουν μικρά μικρά αστράκια.

Τα βράδια, τρώγαμε παγωτό βανίλια και κουρασμένες από τη μέρα μας στη θάλασσα πέφταμε για ύπνο.

Ξύπνησα δέκα χρόνια μετά, στην άλλη άκρη του κόσμου, σε άλλο πλανήτη. Είμαι πιο μεγάλη, πιο ψηλή, λιγάκι πιο χαζούλα, σαφώς λιγότερο ξέγνοιαστη και με λιγότερη αρμύρα στα μαλλιά. Το κοριτσάκι με την υποψία κόκκινου όμως δεν έχει φύγει από το πλάι μου. Η λογική που πάντα μου έλειπε είναι αναπόσπαστο κομμάτι της που με συμπληρώνει. Η ανεξήγητη ευαισθησία μου για κάθε λογής ποιητικό στοιχείο του κόσμου είναι κάτι που εκείνη δεν θα καταλάβει ποτέ και την κάνει να γελάει όπως εκείνες τις μέρες στη θάλασσα.

Ίσως το μόνο κοινό που έχουμε είναι το επίθετό μας. Ίσως αν δεν είχαμε αυτό το κοινό να μη μιλάγαμε ποτέ η μία στην άλλη. Ίσως δεν θα ήμασταν ποτέ φίλες όπως σήμερα στον πλανήτη μακριά από τις μέρες στη θάλασσα και ίσως δεν θα αγαπούσα τις υποψίες κόκκινου επάνω της τόσο. Όμως τις αγαπώ. Και δεν θα άλλαζα την παρέα του κοριτσιού με τις καστανές μπούκλες και το τραγουδιστό γέλιο για τίποτα στον κόσμο- τον κρύο, γκρίζο κόσμο που μένω τώρα ή τον γαλάζιο, αρμυρό, καλοκαιρινό κόσμο που μεγαλώσαμε τότε μαζί.

Wednesday 1 May 2013

Τελευταίος μήνας άνοιξης

Έφτασε ο τελευταίος μήνας της άνοιξης και φτάνω σε ένα συμπέρασμα διαβάζοντας μαθηματικά. Αναλωνόμαστε. Σε καταστάσεις που είναι εκ των πραγμάτων αδιέξοδοι, σε ανθρώπους που δεν μας δίνουν τη σημασία που μέσα μας καλά γνωρίζουμε οτι αξίζουμε και σε εικόνες που υπάρχουν στο μυαλό μας αλλά αρνούμαστε να βγάλουμε το πινέλο μας, απ’το συρτάρι που το κρύψαμε πέρσι το καλοκαίρι, και να αποτυπώσουμε στο χαρτί.

Πού κολλάνε τα μαθηματικά με την ποίηση σε ακούω να λες και έχω να σου πω οτι εσύ που το σκέφτηκες είσαι και ο πιο επικίνδυνος. Ξέχασαν στο σχολείο να σου μάθουν οτι τα μαθηματικά και η ποίηση ενώνονται από έναν έρωτα δυνατό και συνεχή και έτσι η ζωή σου είναι γεμάτη από κενά και τρύπες.  Μαθηματικά και ποίηση- Το ένα είναι η αρχή του άλλου. Συμπληρώνονται. Και αυτοί είναι και οι πιο δυνατοί έρωτες να ξέρεις. Ό,τι λείπει από τον έναν, υπάρχει στον άλλον και το αποτέλεσμα είναι μια πανέμορφη ισορροπία. Λέξεις και ομοιοκαταληξίες με πρόσημα και αριθμούς. Η απόλυτη αρμονία, πιο όμορφη και ευάκουστη και από τη μελωδία ενός καλοκουρδισμένου πιάνου.

Αναλωνόμαστε λοιπόν στην επιφάνεια και στο κενό όσο γύρω μας υπάρχουν άνθρωποι τόσο γεμάτοι και ελπιδοφόροι όσο ο θείος της φίλης μου της Δανάης. Έμαθα για εκείνον πριν από μερικές μέρες και έγινε αφορμή αυτός ο άνθρωπος να νιώσω ντροπή για το χρόνο και την ενέργεια που σπατάλησα σε θέματα χωρίς καμία αξία. Στο απόλυτο κενό και το αδιέξοδο. Στο σκοτάδι, όταν απο πάνω μας υπάρχουν τόσα φωτεινά αστέρια που γελάνε και μας νανουρίζουν.

Ο Λέανδρος Αρβανιτάκης ήταν ένας άνθρωπος με όνειρα, ζωή και αδυναμίες όπως εγώ και εσύ. Είχε δημιουργήσει μια καθημερινότητα στην οποία ζούσε όπως εκείνος είχε επιλέξει, χρωματίζοντας τις μέρες του με τα χρώματα που αυτός προτιμούσε. Στα 32 του χρόνια, ένα ατύχημα του έκλεψε τη δυνατότητα να ζωγραφίζει. Του στέρησε μία από τις μεγαλύτερες αγάπες του. Ο άνθρωπος αυτός έχασε τα χέρια του, αλλά όχι το ταλέντο του ούτε και τη θέλησή του να δημιουργεί. Ξεπέρασε κάθε δυσκολία που συνάντησε μπροστά του και μέχρι σήμερα καταφέρνει να εκφράζεται μέσα από τους πίνακες και και τις δημιουργίες του χρησιμοποιώντας το στόμα του, αποδεικνύοντας έτσι σε σένα, σε μένα και σε όλους οτι τίποτα δεν είναι αδύνατο αν πραγματικά το θέλεις.

Κάπως έτσι έγινε ο τελευταίος μήνας της άνοιξης ένα σκαλοπάτι που οδηγεί στον πρώτο μήνα του καλοκαιριού, αντί για το τέλος της πιο όμορφης εποχής του χρόνου.

Πίνακες του Λέανδρου Αρβανιτάκη: